Στην γειτονιά που μεγάλωσα, ένας γιατρός έχει χούϊ να ταϊζει καθημερινά της γάτες. Απο τότε που ήμουν πιτσιρικάς και άρχιζα να βλέπω τι γίνεται γύρω μου τον θυμάμαι. Κάθε μέρα τίγκα στο γατί η γειτονιά. Ίσως να έρχονται και γατιά απο άλλη γειτονιά. Περνάς με το αυτοκίνητο και φοβάσαι μη τα πατήσεις γιατι έχουν κλείσει τον δρόμο. Και αυτός κάθε μέρα εκεί. Όταν κάνει ζέστη με σαγιονάρες και μια καφέ βερμούδα, όταν βρέχει με ένα χακί αδιάβροχο σαν τις νιτσεράδες των ψαράδων. Με ένα μικρό καροτσάκι και κονσέρβες. Τώρα, μετά απο τόσα χρόνια αυτός είναι ακόμα εκεί, ίσως λίγο πιο γερασμένος. Τον είδα για ακόμη μια φορά να ταϊζει τα γατιά της γειτονιάς, αυτή την φορά όμως τα γατιά είχαν περισσότερα κομφόρ απο κάθε άλλη φορά. Τώρα τους είχε φέρει και μικρά πιατάκια, τις μπλέ βάσεις απο φελιζόλ που χρησιμοποιούνται για κατεψυγμένα κοτόπουλα και άλλα κρεατικά. Το γέυμα περιείχε κονσέρβα, και ψιλοκομμένο κρεατάκι, φάνηκε σαν κοτόπουλο. Γενναίες μερίδες που θα μπορούσαν να θρέψουν άπειρα χαδιάρικα γατιά με το καροτσάκι του πάντα γεμάτο κονσέρβες. Μέτα απο τόσα χρόνια όμως το σκηνικό έχει αλλάξει δραματικά. Δίπλα στον φιλόζωο γιατρό και στα γατσούλια του, κάθοταν μια ομάδα απο 10 σομαλούς μετανάστες περιμένονταν να μπουν κρυφά σε κάποια νταλίκα με προορισμο την Ιταλία. Εξαθλιωμένοι και πεινασμένοι κοιτούσαν μια τον γιατρό απορημένοι μια τις νταλίκες συνοφρυωμένοι. Και οι γάτες εκεί, έτρωγαν αργά απολαμβάνοντας το γέυμα τους με θέα την θάλασσα. Στα αρχίδια τους. 'Οπως και o γιατρός. ΜΑΛΑΚΑ ΓΙΑΤΡΕ.
Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)